Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010
Και μου 'λεγε η μάνα μου, μη πίνεις Jameson παιδί μου.
Τη βαρέθηκα αυτή τη γαμημένη μεταφορά. Μ' έχει ήδη νικήσει η μέρα κι έχει πολύ ακόμα, 'ντάξει?
Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2010
Δε τα φτιάχνουν τα "Ουρλιαχτά" όπως παλιά!
Δηλαδή, ναι, εντάξει, υπάρχει τέχνη, σίγουρα. Πώς είναι όμως πια? Πως διαφοροποιείται απ' το παρελθόν και πως το ενσωματώνει για να δημιουργήσει κάτι νέο? Πώς επαναστατεί? Και φυσικά υπάρχουν και επαναστάτες, υπάρχουν και αναρχικοί (της ζωής, όχι της πολιτικής), υπάρχουν θερμές συζητήσεις και διαφωνίες, αλλά με ποιο τρόπο γίνονται πια αυτά?? Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, ποιος ο στόχος τους ο απώτερος και ποιοι οι στόχοι στους οποίους επιτίθενται? Τι είναι ακτιβισμός, τι κρύβει πίσω απ' τα γράμματα του?
Και βέβαια, υπάρχουν και αλήτες, υπάρχουν ρεμάλια, υπάρχουν πότες, υπάρχουν ναρκωτικά (αν και δε τα φτιάχνουν όπως παλιά, όπως και το χαλβά Φαρσάλων αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία).
Που συγκλίνουν όμως αυτοί, που "ομαδοποιούνται"? Υπάρχουν ποιητές-επαναστάτες-μουσικοί-αλήτες πια? Υπάρχουν "κινήματα", σκοποί που ν' αγιάζουν τα μέσα και να φτιάχνουν μαργαριτάρια απ' τα σκατά της ζωής τους?
Υπάρχει το ίδιο πάθος? Η ίδια απελπισία για ζωή?
Ή μήπως όλα τούτα ήταν πάντα ατομικά? Μήπως κάποιοι άνθρωποι, αντισυμβατικοί και αντιδραστικοί, έβρισκαν πάντα τις συνθήκες στις οποίες θα επαναστατούσαν προσωπικά, θα δημιουργούσαν προσωπικά, θα καταστρέφονταν προσωπικά και ούτω καθεξής? Αδυνατώ να το πιστέψω η αλήθεια είναι.
Πάντως, μ' όλη τούτη τη σκέψη μου 'ρθαν στη μνήμη κάτι "όσιοι", κάτι αλήτες, κάτι αναρχικοί της ζωής, κάτι ποιητές, κάτι συζητήσεις, κάτι ποτά, κάτι πάθη, κάτι ιστορίες, κάτι σαν .."Ουρλιαχτό".
Κάτι σαν απάντηση στον εαυτό μου. Κάτι σαν ναι, υπάρχουν αν θες να τα βρεις κι αν κάποιος είχε τ' αρχίδια να το γράψει, πιθανότατα θα ήταν τόσο ίδιο και τόσο διαφορετικό από το "Ουρλιαχτό" εκείνης της εποχής που έχει στοιχειώσει όλες τις επόμενες γενιές.
Παρασκευή 5 Νοεμβρίου 2010
Η μνήμη που τρεμοσβήνει
Εντάξει, θα μου πεις δες την ξανά, δεν έγινε και τίποτα. Το ζήτημα είναι πως αυτό τείνει να συμβαίνει με όλα τα πράγματα που απολαμβάνω ιδιαίτερα. Ναι, δε μπορώ να θυμηθώ τίποτα από τον Ζαρατούστρα ή τα Άσματα του Μάλντορορ ελάχιστα από το έγκλημα και τιμωρία, σχεδόν τίποτα από το Diary του Palahniuk, μία μόνο σελίδα από τα Άγρια Αγόρια και ξεχνώ συχνά ακόμα και πως έχω διαβάσει το Fear and Loathing. Είναι όλα τους, μαζί με πολλά ακόμα, αριστουργήματα για μένα, αλλά δεν έχω ιδέα για ποιο λόγο!
Και σκέφτομαι, όταν κάποιο έργο τέχνης μας ακουμπά συναισθηματικά, μήπως τα επιμέρους στοιχεία του χάνουν εντελώς το λόγο ύπαρξης τους? Υπάρχει πιθανότητα να είναι μια εντελώς διαφορετική λειτουργία η ανάγνωση/κατανόηση μέσω των "λογικών" κομματιών του εγκεφάλου μας και διαφορετική εκείνη που συντελείται στα "συναισθηματικά" κέντρα? Μπορούμε να θυμηθούμε ή μόνο γεγονότα ή μόνο συναισθήματα που μας προκάλεσαν τα γεγονότα ή είναι απλά όλο αυτό μια προσωπική δυσλειτουργία/ ενδιαφέρον/ τρόπος κατανόησης?
Θυμήθηκα μόλις τώρα μια γελοία στιχομυθία με ένα φίλο πριν πολλά-πολλά χρόνια. "Αχ, ήταν τόσο γλυκά, κοιταζόμασταν στα μάτια μπλα μπλα", "Α,ναι? Τι χρώμα μάτια έχει?" "Εεεε, δε ξέρω!"
Τραγικό.
ΥΓ. http://www.moveitmag.gr/
Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010
Λέει ένα τραγούδι...
Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010
New Model Army
Πώς περιγράφουν μια συναυλία? χμ..
α) Κόσμος.
Όχι πανικός, χαλαρά κι ωραία, περισσότερο "όσο πρέπει" δε ξέρω αν έχω ξαναπετύχει. Απο πιτσιρικάδες μέχρι 60άρηδες και όλα όσα βρίσκονται στη μέση αυτών. Χαλαροί και καυλωμένοι συνάμα.
β) Support.
Deus X Machina. Δεν είδα, δεν ξέρω, άργησα. Άκουσα όμως πολύ καλά λόγια και μπράβο τους.
γ) Πρώτο τραγούδι.
Δεν έχω καμία ιδέα, ήμουν απασχολημένη με το να γελάω σαν ηλίθια. Γενικά ξεκίνησε χαλαρότερα και ανέβηκε στη συνέχεια.
δ) Playlist.
Απ' όλα. Πολλά που δεν ήξερα και πολλά που ξέρουμε όλοι. Πολύ δυνατά και πιο ήσυχα, και για τους παλιούς και για τους νεότερους.
ε) Heroes.
Ακουστικό. Ωριμασμένο μαζί με αυτούς, χωρίς την αντιδραστικότητα που το χαρακτήριζε, αλλά με τη γνώση ότι πια δεν υπάρχουν ήρωες γι' αυτούς και για κάποιους απ' το κοινό τους.
στ) 51st State.
Καταπληκτικό απλά. Όταν στο τρίτο κουπλέ άλλαξε τη μελωδία και την ένταση και άφησε τον κόσμο να το τραγουδήσει απέδειξε ότι δεν επαναπαύεται σε κανένα hit, ότι σέβεται τον κόσμο που το αγαπά, αλλά το τσαλακώνει και το πηγαίνει σ' ένα άλλο επίπεδο.
ζ) Vengeance.
Πάντα ένα από τα αγαπημένα μου. Νομίζω πως το ελληνικό κοινό όμως μπόρεσε να ταυτιστεί τώρα, περισσότερο από ποτέ με το "I believe in justice, I believe in vengeance, I believe in getting the bastard". Τα 'σπασε.
η) Here Comes the War.
Έπιασα τον εαυτό μου να το τραγουδάει το ίδιο βράδυ, το επόμενο πρωί, το επόμενο βράδυ και ούτω καθεξής. Τρελή ενέργεια και από τη μπάντα και από τον κόσμο. Άψογο.
θ) Green and Grey.
Όπως πάντα συγκινητικό. Έκλεισε μ' αυτό πριν το encore και πολύ μας άρεσε.
ι) Love Songs.
Ή τρίτο ή τέταρτο το έπαιξαν. Τι να πω..δάκρυσα. Δε το περίμενα. Είχα χρόνια να το ακούσω και δε θυμάμαι καν αν είχα συγκινηθεί ποτέ στο παρελθόν. Αλλά οι μπαγάσιδες τα κατάφεραν πολύ γρήγορα!
κ) Ένα-ένα δε θα τελειώσουμε ποτέ.
Vagabonds? Poison Street? Get me Out? No Rest? Purity? Δεν υπήρχε λέμε, ένα προς ένα ήταν όλα άψογα! Δηλαδή γουάααου!
λ) Justin Sullivan.
ΥΠΕΡΟΧΟΣ. Τα μάτια του ήταν καθαρά, η ενέργεια του εξαιρετική, τα λόγια του όπως πάντα to the point. Χτυπήθηκε, χαλάρωσε, μίλησε, έμοιαζε σαν να είναι εδώ για να "διδάξει", αν αυτό είναι κάτι που μπορεί να ειπωθεί. Ήθελε να δει τον κόσμο, να μοιραστεί μαζί του αυτά που τόσα χρόνια νιώθει και σκέφτεται και να εισπράξει την αγάπη και την ενέργεια του κοινού του. Για μένα το πιο όμορφο κομμάτι της συναυλίας ήταν η θέρμη του Sullivan. Μπράβο του.
μ) Τι δε μου άρεσε.
Κάτσε να σκεφτώ.
Περίμενε...
Το 'χω...
Α, ναι! Δε μπορούσαν να παίξουν άλλο ένα 2ωράκι δηλαδή?
ν) Σύνοψις.
Δε φτάνουν τα γράμματα. Για μία ακόμα φορά οι New Model Army ήρθαν να μας δείξουν γιατί δε θα σταματήσουμε ποτέ να τους ακούμε και να τους απολαμβάνουμε. Και την επόμενη φορά πάλι εκεί θα είμαστε... (ακολουθεί τεράστιο χαμόγελο)
Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010
what if ..
Φανταζόμουν λοιπόν, πόσο ακαταλληλότερα των ακαταλλήλων θα ήταν αυτά τα "blog" που λέει ο λόγος, και πόσα καντήλια θα περιείχαν. Δηλαδή, ξεκινάς το πρωί απ' το σπίτι σου. Τι κάνεις? Βρίζεις! Γιατί α)θες να κοιμηθείς. β) ΘΕΣ ΝΑ ΚΟΙΜΗΘΕΙΣ. γ) αργεί το τρόλει/σε έκλεισε ο μαλάκας και δε μπορείς να ξεπαρκάρεις. δ) έχει κίνηση. ε) σε παίρνει η μάνα σου να ρωτήσει αν ξύπνησες παιδάκι μου να πας στη δουλειά σου. Μη πολυλογώ, η λίστα μπορεί να είναι από γιγάντια ως τερατώδης.
Κάνεις το πρώτο σου τσιγάρο τρέχοντας πανικόβλητος ανάμεσα σε μηχανάκια, λεωφορεία και αυτοκίνητα (ή ακόμα χειρότερα, οδηγώντας ανάμεσα τους) και φτάνεις στη δουλειά. Αν είσαι απ' αυτούς που χαμογελάνε και χαλαρώνουν, δεν έχω καμία ιδέα πως βρέθηκες να διαβάζεις αυτό το κείμενο και καλύτερα να σταματήσεις εδώ. Για όλους εμάς τους υπόλοιπους το βρισίδι δε συνεχίζεται απλώς αλλά πολλαπλασιάζεται μ' ένα μαγικό τρόπο καθώς όλοι/όλα σου φταίνε και έχουν βαλθεί πρωινιάτικο να σου κάνουν τα νεύρα τσατάλια. Σου σκάει ο-μη-πω-καλύτερα να πιει καφέ (στην περίπτωση μου) ή να κάνει οτιδήποτε είναι αυτό για το οποίο έρχεται σε σένα και δε λέει το τσουτσέκι τουλάχιστον ένα "Καλημέρα"! Χριστούς. Παναγίες. Επανέλαβε.
Κάνει λοιπόν αυτό που είναι να κάνει κι ένα "Ευχαριστώ/Παρακαλώ/Γεια σας" είναι εξαιρετικά δύσκολο να το ξεστομίσει. Όπως λέει κι ένας φίλος, είναι ακριβώς εκεί που βλέπεις την καρωτίδα να πλησιάζει απειλητικά προς τα δόντια σου. Ωραία, λες, καλά αρχίσαμε. Ε, και μετά όπως καταλαβαίνετε η μέρα συνεχίζει έτσι γιατί, άνθρωπος είσαι, άμα σου γυρίσει το μυαλό με το που ανοίξεις το μάτι, όλα τα στραβά και τα ανάποδα θα τα βρεις μπροστά σου. Είναι βέβαια και απολύτως λογικό ότι οι αγαπημένοι σου συνάδελφοι ΕΚΕΙΝΗ ακριβώς τη μέρα που το ένα σου μάτι είναι κανονικό και το άλλο έχει γυρίσει ανάποδα προειδοποιώντας σε για το επερχόμενο εγκεφαλικό, ΕΚΕΙΝΗ την ώρα που πας να πιεις μια γουλιά καφέ θα θυμηθούν να αναδιοργανώσουν την αποθήκη/να κλείσουν τις εκκρεμότητες του μήνα/να σου φέρουν 700 πράγματα να κάνεις/να ζητήσουν τη γνώμη σου για το διαστημόπλοιο που σχεδιάζουν.
Κι εκεί ακριβώς λοιπόν, πες ότι σου σκάει ένα χαρτί με το τι έχεις σκεφτεί μέχρι τώρα, δε θα τ' αρχίσεις τα ψυχοφάρμακα? Θα τ' αρχίσεις! Θα πεις δεν είμαι καλά, ξύπνιος δυο ώρες κι έχω ήδη συμπληρώσει τρεις Α4 μπινελίκι!
Τι να πω, όπως ανακοίνωσε και μια αξιολάααατρευτη (λεπτή ειρωνεία) πελάτισσα μου σήμερα "να κάνεις μετάνοιες στον άγιο Αντύπα" (δε μπορώ να ξέρω τι εννοούσε, απλά κρύφτηκα και γέλασα για κανα τεταρτάκι).
Κι επειδή ως γνωστόν "τα γραπτά μένουν", πάλι καλά που δε μας έχει προφτάσει η τεχνολογία και μπορούμε να τις ξεχνάμε αυτές τις μέρες, τουλάχιστον μέχρι την επόμενη φορά.
Καλημέρα ?
Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010
Του τρελού ξανά μανά.
¨Καλά, θα πας μέχρι Αθήνα πάνω στο δισκάκι του καφέ?", λέει ο φίλος Δήμος στις Καβουρότρυπες στην Χαλκιδική.
"Καλέ, ναι, έχω συνηθίσει πια!", απαντάω εγώ, η ανυποψίαστη υποφαινόμενη.
Έχω ήδη κάνει διαδρομή τρεις ώρες απ' τας Σέρρας, έχουμε οργώσει κι όλη την Αττική άπειρες φορές, ε, τι στο διάολο, σκέφτομαι, μια χαρά θα φτάσουμε και τώρα. Διαλειμματάκια, λίγο χάζι, εθνική είναι άλλωστε, δε θα μου ξεκολλήσει το χέρι απ' τα φρεναρίσματα, θα σφίξουν και τα ποδαράκια, suuuuuper!
Καβαλάμε λοιπόν στο πολυαγαπητό CB 1000 R, που αν το έβλεπε ο Ιάπωνας έτσι, με τόσο after market που του χουμε πετάξει πάνω, θα γύρναγε σπίτι του 10 εκατοστά ψηλότερος απ' την περηφάνια. Το αρνητικό βέβαια στην υπόθεση αυτή είναι πως απ' τα λίγα που του 'χουν μείνει απ' τη μάνα του εκτός απ΄ το σκελετό και το ντεπόζιτο, είναι η πίσω ανάρτηση, κάτι που δημιουργεί κάποια ακόμα προβλήματα στον κακομοίρη "εκεί πίσω"..
Πρέπει εδώ να σημειώσω ακόμα πως το κρανάκι μου, με τα μαξιλαράκια μου και τη μυρωδιά μου εγώ δε το 'χω. Είμαι τουναντίον μ' ένα κράνος Can (!?) που ανοίγει κι από κάτω άμα είσαι παπάκιας κι έχει και γυαλί να κατεβαίνει απ' την οροφή για να είσαι ολοκληρωμένος διαστημάνθρωπος και το οποίο το μόνο που μου προσέφερε ήταν άφθονο γέλιο. Βολικό όμως κράνος, δε λέω, αν είχες κακάδι στη μύτη σου χώραγες να βάλεις όλο σου το χεράκι μέσα για να το βγάλεις, άσε που αν πάγωναν τα χέρια σου τα 'χωνες μπροστά στο στόμα σου κι έκανες και μασάζ στο μαγουλάκι. Φυσικά αυτό έχει και τα κακά του. Αερίζεσαι. Και δεν εννοώ με την καλή έννοια. Το κράνος πάει όρτσα, ακολουθώντας τη φορά του ανέμου κι εσύ πρέπει να κρατήσεις το κράνος πάνω στο κεφάλι σου και το κεφάλι σου πάνω στη μοτοσυκλέτα.
Φορτώνομαι λοιπόν μπαγκάζια καθώς, σε γυμνό είσαι, ούτε μια τσίχλα κολλημένη στο φέρινγκ δε μπορείς να μεταφέρεις, και ξεκινάμε με το εξαίρετο στροφιλίκι της Χαλκιδικής, πάρα πολύ όμορφα, περνάμε Θεσσαλονίκη, όλα εξαιρετικά. Και τα χιλιόμετρα περνάνε. Σταματάς στην άκρη του δρόμου, μισό τσιγαράκι, θες βέβαια κανα λεπτό τουλάχιστον να τεντώσεις το 'να πόδι, να τεντώσεις και τ' άλλο για να καταφέρεις να κατέβεις και να μείνεις όρθιος, πας και λίγο σαν να είχες μια ιδιαίτερη ερωτική επαφή με ένα μάτσο αλλόχρωμους εραστές, αλλά τα προβλήματα ουσιαστικά δεν έχουν αρχίσει ακόμα.
Είσαι στην εθνική, μετά από 2 ώρες σερί στο σελάκι, πονάει ο κώλος σου. Όχι, όχι, ΠΟΝΑΕΙ Ο ΚΩΛΟΣ ΣΟΥ. Νιώθεις τους κάλους ν' αρχίζουν να δημιουργούνται. Είσαι σίγουρος ότι σύντομα θα πιάσεις κουβέντα με τις αιμοροίδες σου. Δεν έχεις τίποτα να χαζέψεις γιατί αφενός, όπως προείπαμε είσαι στην εθνική και αφετέρου, άμα τολμήσεις να κοιτάξεις δεξά-αριστέρα φέυγει όλο το Can κι άντε να το μαζέψεις. Όποτε κοιτάς το δρόμο, δε μιλάς, δε στρίβεις, δε ξέρεις που είσαι και πόση ώρα και το μόνο που σκέφτεσαι περιοδικά ανά δευτερόλεπτο είναι "Πονάει ο κώλος μου. Πονάει ο κώλος μου". Μετακομίζεις θα μου πεις στο σελάκι, σηκώνεσαι λίγο, τόσο δα. ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΣ? Ή μήπως νομίζεις ότι έχεις πόδια ικανά να σηκωθούν ή ξέχασες τη τσάντα που όσο να' ναι σε τραβάει μαζί της? Ουσιαστικά λοιπόν, γλιστράς λίγο πάνω στο σελάκι λίγο μπρος ή πίσω εξοικονομώντας από 1 έως 3 λεπτά (πράγμα που γνωρίζεις γιατί δεν έχεις τίποτα καλύτερο να κάνεις απ' το να μετράς δευτερόλεπτα). Και μη λέω μόνο εγώ, κι ο μπροστά τα 'χε τα θεματάκια με τη σέλα του (τη διπλάσια απ'τη δική μου σέλα βέβαια), οπότε τσεκάρεις δρόμο για λακούβες, αρχίζεις τα "Ομ" και τα "Χαίρε Μαρία", συγκεντρώνεσαι και σηκώνεις λίγο το κωλαράκι χωρίς να παίρνεις ανάσα.
Διόδια, ωραίο πράμα όμως. Μια ξεπιάνεσαι λίγο εσύ, μία ο μπροστά, πολύ χαίρεσαι που έχει τόσα πολλά στο δρόμο και πρέπει να σταματήσεις να τα πληρώσεις, αμέ! Άσε που σε ένα από αυτά είναι πίσω μας ένας ΆΓΙΟΣ άνθρωπος μ' ένα Fazer η κάτι τέτοιο ο όποιος έχει την καλή διάθεση να μας δείξει πόσο καλύτερα πάει το δικό του και πόσο χαρούμενος είναι που τρέχει άνετος χωρίς κομοδίνο (συνοδηγό) και μπαγκάζια. Πρέπει να γυάλισε και τον δυονών μας το μάτι. Παίρνουμε θέσεις μάχης και αρχίζουμε το κυνήγι με τον Fazerάκο. Μπρος εμείς, πίσω αυτός, πίσω εμείς, μπρος αυτός, είμαστε και στο σημείο που εθνική δε το λες πια, μια λωρίδα έχει όλη κι όλη και μη σας τα πολυλογώ, περάσαμε κανά εικοσάλεπτο και παραπάνω γκάζι φρένο στο κυνήγι, τα ξεχάσαμε όλα, κώλους, πόδια, χέρια, κράνη, όλα! Βέβαια, λογικό είναι, χωρίς τόσα παραπανήσια κιλά και πιθανότατα με λιγότερες ώρες οδήγηση, μας παράτησε ο Fazerάκος κι εξαφανίστηκε και σύντομα ξεχάσαμε τι ωραία που ήταν κι αρχίσαμε να πονάμε πάλι απ' την αρχή.
Το τι χριστοπαναγίες πρέπει να ρίξαμε κι οι δυό μέσα απ' τα κράνη δε λέγεται. Σκέφτηκα να του κοπανήσω και καμιά κρανιά καλή για να σταματήσει, αλλά Can εναντίον Arai δεν έχει και πολλές πιθανότητες ακόμα κι αν είναι 5 φορές βαρύτερο. Στις 3-4 στάσεις που κάναμε συνολικά όμως ήμασταν τόσο χαρούμενοι που στεκόμασταν όρθιοι οπότε γελούσαμε απλώς σαν μετανάστες που επιστρέφουν στα πάτρια εδάφη.
Τέλος πάντων, ευτυχώς όσο πέρναγαν οι ώρες πηγαίναμε και πιο γρήγορα, γιατί αρχικά είχαμε τη φαεινή ιδέα να το πάμε απλά στο σβέλτο, ιδέα στην οποία, αν εμέναμε, εγώ θα την έβλεπα καμικάζι και θα έφευγα τραβώντας τα κορδόνια της τσάντας μπας και υπάρχει και κανα αλεξίπτωτο εκεί μέσα. Αυτό αν προλάβαινα βέβαια και δε με άδειαζε πρώτος εκείνος στο δρόμο κι έφευγε σουζάροντας.
Εν ολίγης μια χαρά ήταν, εξαίρετη εμπειρία κι αν με ρωτήσετε αν θα το ξανάκανα ναι θα σας απαντούσα, αν βρω και μαξιλαράκι να χωράει στο πανταλόνι πάω μέχρι Ισπανία χωρίς δεύτερη σκέψη.
(Και επειδή μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις, δεν έχω καμιά καλή απ' το συγκεκριμένο cb, αλλά μπορείτε να παρατηρήσετε σ' αυτήν εδώ πόσο βολικό ταξίδι μπορείς να κάνεις. Προσθέστε έναν άνθρωπο που δεν είναι κολλημένος στον οδηγό, ένα ζευγάρι πόδια, ένα κράνος με 5 παραπανίσια εκατοστά και μια τσάντα ορειβατική και μπορείτε να καταλάβετε το παράλογο του πράγματος).
Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2010
Όταν πρέπει να..
Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010
Είμεθα Καπνισταί !
Ξεκινά λοιπόν λέγοντας "Τουλάχιστον εμείς ζήσαμε μια καπνισμένη νιότη", και τελειώνει "Την έχουμε χεσμένη την υγεία σας! Μας βγάλατε τον καρκίνο! Είμαστε καπνιστές, δε μασάμε τα λόγια μας και πάμε γυρεύοντας!!!"
Πόσα τσιγάρα, πόσος καπνός, μια συνήθεια λένε, μια κακή συνήθεια, καλό θα σου κάνει να το μειώσεις, καλύτερα δηλαδή και να το κόψεις, έτσι θα πάνε όλα μια χαρά, θα είσαι παραγωγικός, θα ζεις περισσότερο, δε θα γεμίζεις τα ράντζα των νοσοκομείων με τα προβλήματα σου, δε θα σε πληρώνουν οι ασφαλιστικές, θα μείνει και χώρος στα νεκροταφεία γιατί σαν πολλοί μαζευτήκαμε. Άσε που δεν είναι μόνο αυτό, γιατί τι θα κάνεις, θα βγαίνεις να μπεκροπίνεις μαλάκα ελληναρά χωρίς τη τσιγαριά σου? Όοοχι, θα κάθεσαι σπιτάκι σου και θα κοιμάσαι στην ώρα σου να πας στη δουλίτσα σου χωρίς μαύρους κύκλους το πρωί, θα 'σαι συγκεντρωμένος και δε θα σκέφτεσαι τι ωραία που ήταν αυτή η κοπελίτσα που μίλαγες και πότε θα την ξαναδείς.
Έτσι, σα μαλάκας, θα πηδάς το βράδυ και δε θα μοιράζεσαι ένα τσιγάρο μετά στη σιωπή με την κομμένη ανάσα. Θα κάθεσαι στο κρεβάτι σου και θα κοιτάς ένα ταβάνι άκαπνο, χωρίς σχήματα να χάνονται και να σε παίρνουν μαζί τους στη λήθη τους. Θα πίνεις ένα άνοστο ποτό χωρίς τη τζούρα που ξεφυσάς πάντα προς τα πάνω με το λαιμό τεντωμένο ως την απόλαυση.
Αλλά θα μυρίζεις ρε μαλάκα, θα βρεις και τη γεύση σου, θα βρεις την ευεξία, έτσι, χωρίς κόπο, χωρίς περαιτέρω προσπάθεια, λες κι οι αισθήσεις πρέπει να είναι εξ ορισμού εκεί κι όχι να τις ξεβουλώνεις εσύ με κόπο και ιδρώτα και να τις αφήνεις να φτάσουν μέχρι τα κόκαλα σου, όχι, πρέπει να μυρίζεις τόσο καλά που η οσμές να μην έχουν πια καμία σημασία,να μη σου κάνουν καμία διαφορά.
Έτσι να 'σαι, ωραίος και υγιής, να προσέχεις, να φροντίζεις, να μετράς τι τρως, να μετράς τι πίνεις, να μη βάζεις τίποτα κακό μέσα σου, άλλωστε στα βάζουν άλλοι τα σκατά, δε χρειάζεται να προσπαθήσεις περαιτέρω, πρόσεχε εσύ, βάλε φίλτρα στο νερό να σου καθαρίζουν τους άνθρακες, πέτα τα τηγάνια απ' το παράθυρο να λυτρωθείς, ψάξε να βρεις ντομάτες που να μη μοιάζουν με καρπούζια και χρυσοπλήρωσε τις, βάλε και μια μάσκα αν έχεις να κατέβεις στο κέντρο για δουλειές και θα δεις ρε μαλάκα πως θα νιώθεις μετά. Γαμάτος, ωραίος και κενός. Παραγωγικός μαλακάκος με λίγα λιπαρά.
Έ όχι ρε φίλε. Θα το κρατήσω το τσιγάρο μου, θα τα κρατήσω τα ποτά μου, θα κρατήσω και την αυπνία μου και τη μαλακία μου και την αδρεναλίνη μου και το κωλοφαί που τρώω. Θα τα κρατήσω όλα και δε θα μετανιώνω άμα με προλάβει το ασθενοφόρο, γιατί με την ίδια ευκολία που θα μεταφέρει εμένα μπορεί να τρακάρει τον υγιέστερο άνθρωπο και να σωθεί μονάχα ένας απ' τους δύο μας. Γιατί όπως φυσάς τον καπνό σου κάποτε θα φυσήξεις και μια ανάσα που δε θα την ακολουθεί τίποτα. Κι εκεί θα 'χεις να πεις αν άξιζε τον κόπο. Κι όπως λέει κι ο Γιάννης "Διαβήκαμε τις δεκαετίες καπνίζοντας...δε φύγαμε απ' τις μάχες άκαπνοι"..
Και σοβαρά τώρα, κάποιοι άνθρωποι κάνουν μια κίνηση ενάντια σε όλο αυτό γι' όσους ενδιαφέρονται http://www.scafebar.gr/ και επίσης http://www.facebook.com/group.php?gid=134177056605327
Και όσο για τον Γιάννη, αν τον δείτε θα τον καταλάβετε, φαίνεται το γράψιμο στο πρόσωπο του. Πάρτε τα χαρτιά που έχει να σας προσφέρει κι αν σας χαμογελάσει δώστε προσοχή, θα είναι το πιο αθώο χαμόγελο που θα δείτε ποτέ από έναν μη αθώο άνθρωπο. (Τα κείμενα θα τα αναγνωρίσετε από το "Σύγχρονο Πειραματικό Ινστιτούτο Ανωμαλίας" που θα γράφουν κάτω κάτω !!)
Καλά όλα αυτά, ώρα για τσιγάρο όμως, δε νομίζετε ?..
Πέμπτη 2 Σεπτεμβρίου 2010
Whoops..
Ξεκινάς από μωρό. Μπορεί να μη ξέρεις τι σημαίνει "λάθος" ή να μη μπορείς να προφέρεις ούτε καν τη πρώτη συλλαβή της λέξης, αλλά ξέρεις πολύ καλά να χώνεις το χεράκι στην πρίζα και να σκαρφαλώνεις στην κούνια για να κάνεις την Wonder Woman..
Συνεχίζεις μετά, πας νηπιαγωγείο, άλλα λάθη από κει.. Τώρα διαφορετικά, πιο..κοινωνικά! Λες στον Κωστάκη ότι θα τον παντρευτείς, σε πρήζει κι ο Γιωργάκης, του λες κι αυτού το ναι, και μετά σε μισούν κι οι δύο και πάνε να παντρευτούν την Ελενίτσα. Άσε που σου ξέφυγε και προχτές το μυστικό της Μαρίας και είπε τώρα ότι δε θα σου ξαναμιλήσει ποτέ! Σκατά..
Κι εκεί που πιστεύεις ότι 'ντάξει, τώρα έμαθα, δε λέω μυστικά, δεν πιστεύω τα αγόρια και κάνω παρέα με τους παρείσακτους γιατί μια χαρά καταλαβαίνουν από λάθη, τσουυυυπ, να σου η εφηβεία! Η περίοδος των μεγάλων λαθών! Έρωτες, ψέματα, οι πρώτες δουλείες κρυφά απ' τη μάνα, τα πρώτα πηδήματα (και δεν εννοώ πηδήματα από την κούνια πια),έφευγες απ' το σπίτι, έφευγες απ' το σχολείο, της πουτάνας!! Χιλιάδες λάθη, ωραία φάση! Δε το καταλάβαινες βέβαια τότε, αλλά 'ντάξει, να 'χουμε να θυμόμαστε λες τώρα πια που κάνεις τα άλλα λάθη, αυτά τα ενήλικα λάθη, της υπευθυνότητας, της ανεξαρτητοποίησης, της...."ωριμότητας"... Τα ζόρικα τα λάθη, αυτά που τα πληρώνεις σε χρήμα, σε εργατοώρες δηλαδή, που τα πληρώνεις σε μοναξιά, που τα πληρώνεις σε αυπνία, που γαμιέσαι να τα πληρώνεις! Κι είναι τα λάθη που πλέον ξέρεις ότι θα περάσουν, μπορεί να αργήσουν λίγο περισσότερο, μπορεί να σου πηδήξουν ότι έχεις και δεν έχεις, αλλάάάά...θα περάσουν.
Και αυτή είναι η χειρότερη γνώση που μπορείς να έχεις για τα λάθη.. Η γνώση ότι θα περάσουν.. Η γνώση ότι θα τα καταφέρεις, ότι μπορείς, ότι το 'χεις, λίγο από δω, λίγο από κει και όλα θα γίνουν, και όλα καλά θα πάνε και μη το σκέφτεσαι τώρα, έγινε, εδώ είμαστε και θα το περάσουμε κι αυτό και και και..
Θυμάμαι ένα επεισόδιο του Family Guy που ο πανέξυπνος σκύλος Brian ρωτά τη πανέμορφη σύζυγο Lois πως αντέχει όλες τις μαλακίες του ηλίθιου άντρα της Peter. Εκείνη του απαντά ότι έχει μάθει να καταπιέζει τις αντιδράσεις της και η κάμερα κάνει κοντινό στον εγκέφαλο της, όπου ένα εξόγκωμα τραγουδά στο ρυθμό του Amadeus, "I'm a tumor, I'm a tumor, I'm a tumor... oh-oh-oh, I'm a tumor!"
Αν κλαίγαμε σαν μωρά, αν θυμώναμε σαν παιδιά, αν απελπιζόμασταν σαν έφηβοι, τότε ίσως θα ήμασταν όλοι πολύ πολύ καλύτερα. Αλλά μάθαμε να τα πληρώνουμε τα λάθη μας, ατάραχοι και ανέκφραστοι, αγέρωχοι. Σε λεφτά, σε εργασία, σε μοναξιά. Και να στεκόμαστε παρ' όλα τούτα όρθιοι.
Γαμώτο.
ΥΓ. Ο απέναντι έχει βάλει τέρμα το "Και μετά δε μιλάμε πολύ". Με τσακίζει, αλλά καλά μου κάνει. Νομίζω.
Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010
Του τρελού
Σάββατο 14 Αυγούστου 2010
Γιατί έτσι.
Δε χλευάζουμε, αντικρούουμε.
Θέλουμε να περπατήσουμε γυμνοί αγγίζοντας τους εαυτούς μας.
Δεν είμαστε πρόστυχοι.
Από το πλήθος σας μας ξεχωρίζει το βλέμμα μας, όχι φτηνά εμφανισιακά τρικ.
Το μίσος μας κάνει όμορφους, ελκυστικούς.
Τα σηκωμένα φρύδια.
Είμαστε αγέρωχοι, το περπάτημα μας καθηλώνει πολλούς.
Είμαστε προσιτοί μονάχα όταν τα βλέμματα είναι συνωμοτικά
Μιλάμε πολύ όταν δε θέλουμε να πούμε τίποτα, κι όταν πια απηυδήσουμε σιωπούμε.
Τα πρωινά, μας προφταίνει ο ύπνος, εφιαλτικός.
Δε ξυπνάμε μουσκεμένοι στον ιδρώτα, έτσι όμως ζούμε τις νύχτες μας.
Έχουμε χώμα στα νύχια μας, στις παλάμες μας, χώμα ακόμα και στα σκασμένα μας χείλη.
Δε μπορούμε να δώσουμε φως στους τυφλούς γι’ αυτό αφήνουμε κάθε πρωί τα μάτια μας στο κομοδίνο.
Μας εντυπωσιάζει η ευφυΐα, μας διεγείρει η απλότητα.
Ακολουθούμε τη ροή της κάθε σκέψης.
Δε πεθαίνουμε ποτέ γιατί βιώνουμε χίλιους θανάτους κάθε μέρα.
Δε καπνίζουμε στους δρόμους, καπνίζουμε τους δρόμους.
Δεν αντιγράφουμε, οικειοποιούμαστε, κι ούτε καν καλοξέρουμε τι.
Είμαστε βρώμικοι, βδελυροί.
Φτύνουμε τα μούτρα μας για να μη τ’ ακουμπήσει κανένας άλλος, φτύνουμε τις ζωές μας.
Δεν είμαστε μοναχικοί, αλλά δε κάνουμε πίσω ποτέ.
Φοβόμαστε μόνο τη δική μας βία.
Πίνουμε για να κοιμηθούμε και πίνουμε για να ξυπνήσουμε, δεν ήταν ποτέ στις προθέσεις μας να πιούμε για να ξεχάσουμε.
Νιώθουμε πολύ κι αυτό είναι πρόβλημα.
Ζητάμε τα πάντα για να μη μας ανήκει τίποτα.
Αντέχουμε μόνο για τις κομμένες ανάσες.
Απολαμβάνουμε την απώλεια, γευόμαστε την απόσταση στο κάθε της εκατοστό.
Δε θυμόμαστε πρόσωπα, δε ριγούμε με ψευδαισθήσεις, δε ψευδόμαστε ποτέ!
Είμαστε πονεμένοι και γι’ αυτό δυνατοί.
Γελάσαμε στο θάνατο που ζήσαμε και ζούμε ένα θάνατο που περιγελούμε.
Τα δάκρυα μας παγώνουν πριν φτάσουν στο στόμα μας.
Έχουμε πληγές στα χέρια και μελανιές στο κορμί χωρίς να ξέρουμε πως βρέθηκαν εκεί.
Δε μας θερίζει η πείνα μα η απραξία.
Δε βάφουμε τα μούτρα μας παρά μόνο με τα χρώματα του πολέμου.
Δε λιώνουμε στις φλόγες, πετάμε μόνο τα περιττά.
Δε κοκαλώνουμε στους πάγους, εκεί αισθανόμαστε όλη μας την ύπαρξη.
Ακούμε φωνές που μας λένε να είμαστε ήρεμοι και όλα θα πάνε καλά.
Μας πλάκωσε η σιωπή μια νύχτα απροκάλυπτα κι εμείς την αγαπήσαμε μ’ ότι ψυχή περίσσευε
Είμαστε σιωπηλοί εχθροί, κρυβόμαστε στις γωνίες με μάτια γυάλινα.
Χάσαμε το δρόμο, λένε. Δε κατανοούν ότι ήμασταν εμείς που ξηλώσαμε τις πινακίδες.
Είμαστε κάπως τρελοί κι αυτό θεωρούμε το μέγιστο μας κατόρθωμα.
Είμαστε εξαντλημένοι στ’ αλήθεια, αλλά δε το βάζουμε κάτω.
Συναίσθημα έχουμε και συναίσθημα δε δείχνουμε.
Και είμαστε γι’ αυτό οργισμένοι.
Μαχαιριές στ’ αλήθεια κι αυτές.
Όχι όμως καθωσπρέπει.
Υστερικά.
Γελάμε και διεκδικούμε.
Αφού σωπάσουμε.
Δεν είμαστε μικροί, και δε θα μάθουμε ποτέ…
Σάββατο 7 Αυγούστου 2010
Για τις "ιστορίες"..
Ήθελα να γράψω μια ιστορία, είμαι βέβαιη γι’ αυτό. Θυμάμαι ήταν μια καλή ιστορία, έξυπνη. Δε μπορώ να σκεφτώ τίποτα για την ιστορία αυτή, ούτε πότε και με ποίο τρόπο δημιουργήθηκε η ιδέα της, ούτε σαφώς γιατί. Νομίζω ήταν μια ανάγκη, ένας τρόπος να ξεφύγω κάπως από ένα τετριμμένο που καθορίζει αυτή τη δημιουργία που με τη σειρά της καθορίζει εμένα. Αλλά και πάλι δεν είμαι σίγουρη. Ίσως έπρεπε να πιεστώ να ανακαλέσω κάποια από τις λεπτομέρειες της, ίσως πάλι και να μην υπάρχει ανάγκη τώρα πια…
Θυμάμαι καμιά φορά ιστορίες άλλων, εκφράσεις και δεδομένα, θυμάμαι πρόσωπα. Έρχονται και κάποια συναισθήματα, δε μπορώ πάντα να τα ονομάσω, δε ξέρω από πότε βρίσκονται εκεί και για ποιο λόγο, ίσως να τα ονειρεύτηκα και να μπερδεύομαι, συμβαίνει συχνά, δεν είμαι πάντα σίγουρη τον τελευταίο καιρό…
Ναι, λοιπόν, η ιστορία! Είδατε ? Πάλι χάνω τον ειρμό μου!
Αν δεν ήταν όλα τούτα γραμμένα μπορεί να ‘χα ξεχάσει πως ασχολήθηκα ποτέ με μια ιστορία για μια χαμένη ιστορία! Ίσως και να ξεκίναγα μια τρίτη ιστορία, μπορεί δηλαδή και τώρα να το κάνω, ένα κομμάτι χαρτί με μουτζούρες δε μπορεί να σε σώσει από τίποτα άλλωστε, ειδικά όταν βρίσκεσαι σ’ ένα λαβύρινθο και δε μπορείς να θυμηθείς από πού στο διάολο μπήκες ή με ποιόν ή αν βρίσκεται κανείς απ ‘έξω και σε περιμένει, ακόμα κι αν κάτι τέτοιο συνέβαινε θα το είχες σίγουρα ξεχάσει!
Μπορεί να σε ξέχασε κι εκείνος –μια ρομαντική πράξη αγάπης-, μπορεί να βαρέθηκε, ίσως και να σε ψάχνει, τι διαφορά έχει, εγώ ήθελα απλώς να θυμηθώ μια ιστορία και, άθελα μου, ξέχασα όλα τα’ άλλα και θυμήθηκα εσένα!..
Όχι, όχι... Ίσως… Δεν είσαι εσύ, περίμενε, μπλέχτηκα πάλι γαμώτο… Ποιος ήταν και γιατί για εκείνον μιλούσα? Δε πειράζει, άσ’ το, θα το ξεχάσω ούτως ή άλλως, ας μη παιδεύομαι άδικα. Θα γράψω καλύτερα μια ιστορία! Χμμμ…τι ιστορία θα μπορούσα να γράψω? Για ένα παιδί ή ένα αστέρι, για έναν έρωτα ή έναν αλήτη, ίσως για ένα μεθύστακα, ίσως και για κάποιον που θέλησε κάποτε να γράψει μια μονάχα ιστορία και δε τα κατάφερε ποτέ..
Για στάσου…είμαι σίγουρη πως κάτι ξεχνώ…
Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010
Never-Never Land
Τρίτη 3 Αυγούστου 2010
Επειδή κάποιοι φίλοι μας θυμίζουν τα παλιά.
Οι σκέψεις πετούν πάνω απ’ το κεφάλι μας ή κάνουμε εμείς τους κύκλους σαν γύπες πάνω απ’ αυτές? Τα πάντα επιστρέφουν κάνοντας τη θεία Δίκη αληθοφανή για τους ανάλαφρους. Αν αντικαθιστούσαμε τα πάντα θα δοκιμάζαμε περίπατους στα φύλλα? Οι τόσες ρόδες κάνουν τα πλακάκια να ξεπιάνονται, πάλι καλά, αλλιώς δε θα κατάφερναν χτυπήματα τα βράδια στον ύπνο μας κι εμείς θα μπορούσαμε να σηκωθούμε απ’ το κρεβάτι πιο γρήγορα εξοικονομώντας πολύτιμο χρόνο να πράξουμε. Ποιος θα μας έσωνε τότε! Η σοφία πέφτει κιτρινισμένη το φθινόπωρο, αν κάθεσαι ακίνητος την τρως στο κεφάλι, αλλά χαλάει την αισθητική οπότε κάποιος σύντροφος θα φροντίσει να την πετάξει μακριά σου. Τα σφυριά των ανθρώπων είναι παιδικά παιχνίδια, μόνο ο ήχος που κάνει η επαφή τους με το κεφάλι σου σε τρομάζει λίγο, κυρίως η ενόχληση η διαρκής καταντάει εκνευριστική, αλλά τα πλαστικά όπλα δεν έχουν αληθινές σφαίρες και μόνο τον αέρα πληγώνουν που αρνείται μετά από αυτή σου τη συμπεριφορά να επιτρέψει τις πολυπόθητες αναπνοές σου. Άραγε οι σκελετοί σκέφτονται καλύτερα τώρα που έλιωσε ο εγκέφαλος τους και προετοιμάζουν την επανάσταση τους αργά αφού επιτέλους έχουν χρόνο?
Ο Παράδεισος φλέγεται, το ξέρεις στην αρχή, αλλά πρέπει πρώτα να πεις μαμά και μπαμπά, αλλιώς θα σε πετάξουν στον Καιάδα. Μετά είναι πολύ αργά, έχεις ήδη καταλάβει ότι δε νοιάζεται και κανείς στην πραγματικότητα και πρέπει κι εσύ να ξεχάσεις όλη αυτή την ιστορία γιατί το ντουλάπι με τα φάρμακα είναι ακόμα πολύ ψηλά για σένα. Η ομιλία είναι ότι χειρότερο μπορούσε να συμβεί ποτέ στον άνθρωπο, τον έβαλε να ατροφήσει τα χέρια του και μείνανε αυτά κολλημένα προς τα πάνω. Το πνεύμα έμπηξε δεκατέσσερις πρόκες στο λαιμό του μόλις αντιλήφθηκε τη σήψη της φωτιάς, με αποτέλεσμα μονάχα να μιλά πιο περίεργα απ’ ότι πριν, αλλά λίγο καλύτερα τώρα που δε καταλαβαίνουν τη χροιά του τα γουρούνια. Άλλωστε μόνο αυτά έμειναν πια, ότι είχε φτερά πέταξε, ότι είχε πόδια έτρεξε κι ότι μπορούσε να σκάψει θάφτηκε στη γη, τα γουρούνια δεν κατάλαβαν τίποτα απασχολημένα με τις λάσπες και, μη έχοντας άλλη επιλογή, τρώνε το ένα το άλλο μπας και γλιτώσουμε. Ακόμα και το χορτάρι αυτοκτόνησε, δεν άντεχε πια όλες αυτές τις προκαταλήψεις, έμαθε από ένα πρόσκοπο ν’ ανάβει φωτιά κι έτσι χαίρεται την ομορφιά της καθώς ανεβαίνει ευτυχισμένο προς τον ουρανό. Η ελεύθερη έκφραση προκαλεί προβλήματα στη ροή του σύμπαντος και δε θ’ αντέξουμε κι άλλη έκρηξη δημιουργίας, η οικονομία δεν πάει και τόσο καλά για κάτι τέτοιο και εν τέλει ούτε εσύ ο ίδιος δε θ’ ανεχόσουν τη διαφορετικότητα. Τα δώρα δεν έχουν περιτύλιγμα, μεγαλώσαμε πια, μα δε το καταλάβαμε καλά και θλιβόμαστε απ’ τη σοβαροφάνεια αλλά τι να πεις παρά ένα ευχαριστώ και τίποτα δεν είναι τέλειο άλλωστε.
Εσύ βέβαια εξακολουθείς να κυνηγάς το γαμημένο το μονόκερο, αλλά έχεις διαβάσει πολύ και ξέρεις ότι η μεταφορά είναι ξεπερασμένη, οπότε κάθεσαι σ’ ένα βράχο να κάνεις κανα τσιγάρο να ηρεμίσεις λίγο, μα είναι βρεγμένα όλα απ’ το δικό σου ιδρώτα και δεν έχεις και καναν αναπτήρα της προκοπής να τα στεγνώσεις, οπότε ξεκινάς ξανά το μάταιο κυνήγι με λίγο βαρύτερο βήμα σαφώς και συνείδηση βαρύτερη. Η προσπάθεια είναι προσπάθεια άλλωστε και δε μπορείς να εγκαταλείψεις τώρα που βρίσκεσαι ήδη στην ερημιά, τη γνώμη θα σχηματίσουν για σένα; Ντροπή, ίσως θα μας έσωνε, τουλάχιστον δε θα είχαμε τα πόδια μας ανοιχτά, γιατί για τα στόματα μας ούτε λόγος! Μα καλά, δε βαρεθήκαμε ακόμα?
Για τις νύχτες που "περνάνε" και για εκείνες που ευτυχώς παραμένουν!
Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010
Τα τζαπόνια ποτέ δε κοιμούνται, όλε!
Σάββατο 17 Ιουλίου 2010
Έγκλημα και Ψυχική Ασθένεια ..
Προσφάτως, βρέθηκα να μελετώ ενα εξαιρετικό βιβλίο, της επίσης εξαιρετικής, Φωτεινής Τσαλίκογλου, με τίτλο «Ο μύθος του επικίνδυνου ψυχασθενή». Όπως και με όλα τα βιβλία που προσφέρονται απο τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, ξεκίνησα την ανάγνωση πολύ σκεπτική για το κατα πόσον το σύγγραμα αυτό δε θα είναι φορτωμένο με κοινοτυπίες, χοντροειδείς κατηγοριοποιήσεις και ψυχαναλυτικές υπερβολές. Όπως φαντάζεστε το αποτέλεσμα με εξέπληξε ευχάριστα! Είναι φύσει αδύνατο να αναλύσω διεξοδικά το πώς ο μύθος αυτός της επικινδυνότητας του ψυχικά ασθενή, όπως και η ίδια η έννοια της επικινδυνότητας, καταρίπτονται επιστημονικά, μα θα προσπαθήσω σας κινήσω λίγο την περιέργεια προς αυτή τη κατεύθυνση.
Κάθε προσέγγιση του όρου «τρέλα» αναποφευκτα ξεκινά απο την μεσαιωνική αντίληψη του τρελού ως ενός δαιμονισμένου, επικίνδυνου αμαρτωλού, μια αντίληψη που επέφερε αμέτρητους μαρτυρικούς θανάτους όπως όλοι γνωρίζουμε. Όμως, κατά πόσο η αντίληψη αυτή έχει πραγματικά αλλάξει?
Απο τον 19ο αιώνα, η «νοσολογική θεώρηση της τρέλας», μετέθεσε την παραφροσύνη απο ένα μεταφυσικό φαινόμενο (όπου ο τρελός ήταν δαιμονισμένος), σ’ ένα καθαρά ιατρικό θέμα (όπου θεωρούταν πλέον άρρωστος). Παρ’ όλα αυτά όμως, ο παράφρονας δεν έπαψε να νοείται ως αμαρτωλός και κακός, μόνο που πια η αμαρτία του δεν σχετίζεται με το νόμο του Θεού, αλλά με το νόμο της λογικής που στηρίζει την κοινωνική ζωή. Αντιγράφουμε εδω αυτούσιο «Θα μπορούσε πράγματι κανείς να υποστηρίξει οτι η απομάκρυνση απο τις κοινά αποδεκτές νόρμες συμπεριφοράς που χαρακτηρίζει τον ψυχικά ασθενή εξακολουθεί να αποτελεί μέχρι τις μέρες μας το ισοδύναμο της αμαρτίας».
Η άνοδος της αστικής τάξης στην εξουσία έμμελε ν’ αλλάξει πολύ τα δεδομένα και να καθιερώσει, ουσιαστικά, την Ψυχιατρική, ώς μια ανεξάρτητη και θεσμοποιημένη επιστήμη. Η αστική τάξη, για να διασφαλίσει την παραμονή της στην εξουσία θεώρησε απαραίτητο να θέσει υπο έλεγχο κάθε συμπεριφορά που ξεφεύγει απο τα «προκαθορισμένα και επιθυμητά για εκείνη πλαίσια». Το εξαθλιωμένο, λόγω κυρίως της ταχείας εκβιομηχάνισης, προλεταριάτο, και ειδικά τα άτομα εκείνα που «παρουσιάζουν αποκλίνουσες και παράξενες δομές συμπεριφοράς», εκλαμβάνεται ως μια ανατρεπτική δύναμη η οποία πρέπει απαραιτήτως να τεθεί υπο έλεγχο. Και εδω ακριβώς η πολιτική του ιδρυματισμού έρχεται να προστατεύσει την κοινότητα, δίνοντας « τη δυνατότητα της άγρυπνης και σταθερής παρακολούθησης των ιδιαίτερα προβληματικών περιθωριακών ατόμων που βρίσκονται κλεισμένα εκεί, χαμένα στη σιωπή και τη δυστυχία τους», και να προστατεύσει παράλληλα την εξουσία απο ταξικές συγκρούσεις και προβληματικές ομάδες που απειλούν τη σταθερότητα της. «Η αναγκαιότητα να τεθεί κάτω απο ορθολογιστικό έλεγχο η απόκλιση και να νομιμομοποιηθεί η άσκηση κοινωνική ελέγχου απέναντι της, δημιουργεί τις προυποθέσεις ανάπτυξης ορισμένων επιστημών, όπως εκείνων της Ψυχιατρικής και της Εγκληματολογίας».
Η ψυχιατρική, προσπαθώντας να κερδίσει όλο και περισσότερο έδαφος, αρχίζει να παρεμβαίνει στο ποινικό σύστημα με αφορμή μια σειρά φόνων που συγκλόνισαν την κοινή γνώμη, φόνων που χαρακτηρίζονταν απο εξαιρετική βιαιότητα, απο έλλειψη ορατών κινήτρων και που προσέβαλλαν «ιερές» και «πανανθρώπινες» αξίες, όπως αυτή της οικογένειας. Αυτοί οι φόνοι μπορούσαν να χαρακτηριστούν παθολογικοί, όμως κανείς απο τους δράστες δε φαινόταν να πάσχει απο κάποια ψυχική διαταραχή, πράγμα που οδήγησε τους ψυχιάτρους της εποχής να διατυπώσουν την άποψη οτι οι δράστες, παρακινήθηκαν σε αυτά ωθούμενοι απο μια «ακατανίκητη» και «απρόβλεπτη» παρόρμηση. Η ύπαρξη αυτής της «παρόρμησης», στοιχειοθέτησε τη θεωρία της ύπαρξης μιας κατηγορίας ακαταλόγιστων ψυχικά ασθενών, των «μονομανιακών». Ο Esquirol υποστήριξε πως «τα άτομα αυτά, ενώ έχουν μια απόλυτα φυσιολογική όψη και συμπεριφορά, είναι ικανά να διαπράξουν, κάτω απο την επίδραση ενός παραληρήματος, αιφνίδια και χωρίς καμία προειδοποίηση, μια οποιαδήποτε αποτρόπαιη εγκληματική πράξη». Λόγω θεωριών παρόμοιων με αυτή της μονομανίας, η επικινδυνότητα εγγράφτηκε ανεξίτηλα στην ψυχική ασθένεια και η τρέλα θεωρήθηκε «ικανή να επιφέρει απροειδοποίητα το έγκλημα» και συγκεκριμένα αυτό που ο Foucault ονόμασε «απόλυτο έγκλημα» και που παραβιάζει όλους τους νόμους της φύσης και της κοινωνίας. Η ψυχική ασθένεια, για μια ακόμη φορά, παρουσιάζεται ως η ενσάρκωση του κακού, η οποία «μπορεί να προκαλέσει αιφνίδια (όταν κανείς δε το προσμένει), αναίτια (όταν κανένας ορατός λόγος δεν υπάρχει), ύπουλα (όταν καμιά ένδειξη της διαταραχής δεν είναι εμφανής), το απόλυτο κακό».
Τι είναι όμως η ψυχική διαταραχή? Η υπερπληροφόρηση των ημερών έχει αναλάβει τον άχαρο ρόλο να σας ενημερώσει για τις μυριάδες θεωρίες, ιατρικές, ψυχαναλυτικές, κοινωνιολογικές, που χρησιμοποιήθηκαν για να ερμηνεύσουν αυτό που ονομάστηκε παθολογική συμπεριφορά και, αν και θεωρείται αναγκαίο, θα αποφύγω να εστιάσω σε αυτές. Εν αντιθέσει, θα αναφέρω μόνο λίγα πράγματα για την «αντιψυχιατρική», μια κίνηση που καταδίκασε τις παραδοσιακές απόψεις για την ψυχική ασθένεια και μετέθεσε το ενδιαφέρον στις κοινωνικές δομές που την ορίζουν. Συγκεκριμένα, η ψυχική διαταραχή θεωρείται «οχι μια αντικειμενικά προσδιορίσιμη κατάσταση, αλλά μια κοινωνικά προσδιορισμένη κατασκευή», οπού το άτομο χαρακτηρίζεται άρρωστο με κοινωνικά κριτήρια και θεραπεύεται επίσης με τέτοια, απο τους ψυχιάτρους που λειτουργούν σε ένα συγκεκρίμενο κοινωνικό δίκτυο που διαμορφώνει τις απόψεις τους. Η ψυχική διαταραχή δεν αποτελεί «σαφή ασυνέχεια απο τη φυσιολογικότητα», αλλά μια «διαφοροποιημένη κατάσταση στη ζωή ενός ατόμου που υπακούει σε αναρίθμητες κοινωνικο-πολιτισμικές μεταβλητές» και που σχετίζεται ακόμα με κάποιο μήνυμα που επικοινωνεί ο άρρωστος προς το περιβάλλον του. Αν, δηλαδή, κάποιος δηλώνει Ναπολέων, αυτό μπορεί να χαρακτηριστεί ως σύμπτωμα διαταραχής μόνο εαν ο κριτής θεωρήσει οτι το άτομο ΔΕΝ είναι ο Ναπολέων, κάτι που ανάγει την εναρμόνιση της ιδεολογίας του κριτή και του κρινόμενου σε βασικό διαγνωστικό κριτήριο. Θα επανέλθουμε με περισσότερα κάποια άλλη στιγμή, μα για τώρα είναι απαραίτητο να τονίσουμε πως η ψυχική ασθένεια είναι ένας ασαφής όρος που χρησιμοποιείται για να κατηγοριοποιήσει κάποια «μη-φυσιολογικά» χαρακτηριστικά ενός ατόμου σε μια δεδομένη χρονική περίοδο, με δεδομένη την ηθική και τις νόρμες μιας συγκεκριμένης κοινωνικο-πολιτισμικής πραγματικότητας.
Σημαντικό είναι να αναλύσουμε και την έννοια «επικινδυνότητα» που φαίνεται να ταυτίζεται συχνά με την έννοια «ψυχική ασθένεια». Η «επικινδυνότητα» αναφέρεται στην αυξημένη πιθανότητα εγκληματικής εκτροπής ενός ατόμου. Η Εγκληματολογία είναι η επιστήμη εκείνη που προσπαθεί να βρεί τα χαρακτηριστικά της «επικίνδυνης προσωπικότητας» και να τα θεραπεύσει. Φυσικά, δεν υπάρχει μια σαφώς καθορισμένη και καθολικά αποδεκτή άποψη για τον όρο επικινδυνότητα κι έτσι όλη η κυρίαρχη κοινωνική ηθική μπορεί εύκολα να διεισδύσει στον ορισμό αυτής, επιφέροντας δραματικά αποτελέσματα στην ελευθερία ενός ατόμου. Τόσο η επικινδυνότητα όσο και η ψυχική ασθένεια, δομούνται πάνω στην έννοια της «φυσιολογικότητας», η οποια αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να προσαρμοστεί στις αξίες και τους κανόνες της άρχουσας τάξης, με τρόπο που κάθε απόκλιση απο τις κοινωνικές νόρμες επιφέρει ετικετάρισμα του ατόμου ως «τρελό» ή ως «επικίνδυνο». Δεν χρειαζόμαστε άλλωστε βιβλία για να παρατηρήσουμε, ακόμα και στη δική μας συμπεριφορά, το πόσο εύκολα έχουμε μάθει να χαρακτηρίζουμε κάποιον «τρελό» και, σχεδόν αυτόματα, να τον αποφεύγουμε απο φόβο.
Τα ερευνητικά δεδομένα είναι μπόλικα και εξαιρετικά ενδιαφέροντα, αλλά είναι μια μελέτη που θα πρέπει να κάνετε μόνοι σας! Συνοπτικά, θα πούμε μόνο οτι η σχέση της επικινδυνότητας με την ψυχική ασθένεια στηρίζεται σε τρείς υποθέσεις που έχουν προσπαθήσει να τεκμηριωθούν επιστημονικά. α. Στην αυξημένη πιθανότητα εγκληματικής εκτροπής των ψυχικά ασθενών (έρευνες σχετικά με την ποσοστό εγκληματικότητας στους ψυχικά ασθενείς και με το ποσοστό ψυχικών ασθενειών στους καταδικασμένους εγκληματίες). β. Στην αποδοχή μιας σχέσης αιτίου-αιτιατού ανάμεσα στην ψυχική ασθένεια κ την εγκληματικότητα (έρευνες σχετικά με τις διαφορές στον τρόπο που εγκληματούν οι ψυχικά ασθενείς σε σχέση με τον «φυσιολογικό» πληθυσμό). γ. Στη θεώρηση των εγκλημάτων των ψυχικά ασθενών ως ακατανόητες και αναίτιες πράξεις.
Μέσα απο όλα αυτά τα δεδομένα αναδύεται η αδυναμία της επιστήμης να τεκμηριώσει τη σχέση μεταξύ ψυχικής ασθένειας και εγκληματικότητας, μια σχέση που όμως έχει τεκμηριωθεί κοινωνικά, εξυπηρετώντας τους σκοπούς της άρχουσας τάξης. Το έγκλημα γίνεται μια άμεση απειλή που δικαιολογεί τη παρέμβαση του ποινικού συστήματος στην καθημερινότητα μας και που αποσπά, με τη βιαιότητα του, την προσοχή μας απο τα καθημερινά «εγκληματα» της άρχουσας τάξης. Το άτομο, ειδικά εκείνο που ανήκει σε μη προνομιούχες κοινωνικές ομάδες, στιγματίζεται ως επικίνδυνο και απομονώνεται, επικυρώνοντας ταυτόχρονα τη φυσιολογικότητα της ευρύτερης κοινωνικής ομάδας. Κι αν αυτά σας φαίνονται περίεργα, σκεφτείτε το πώς νιώθετε περνώντας το βράδυ δίπλα απο κάποιον που μιλάει μόνος του, το πώς αυξάνετε τον ήχο της τηλεόρασης όταν ακούτε για κάποιο «στιγερό έγκλημα», το πως αναφωνείτε «ευτυχώς, μαλάκα, που είμαστε καλά» και το πως ο φόβος έχει γίνει πλέον το πρώτο συναίσθημα που νιώθουμε αντιμετωπίζοντας το διαφορετικό.
«Ο επικίνδυνος ψυχασθενής, λειτουργώντας σαν ένα είδος αποδιοπομπαίου τράγου, επιτρέπει την ενδυνάμωση ενός κυρίαρχου μοντέλου φυσιολογικότητας, απόλυτα εναρμονισμένου με τα συμφέροντα της άρχουσας ιδεολογίας, ενός μοντέλου συνυφασμένου με την καθησυχαστική εικόνα ενός «φιλειρηνικού», «κοινωνικά συγκρατημένου» ατόμου, που θέτει κάτω απο ορθολογισμένο έλεγχο τις όποιες παρορμήσεις του και υποτάσσεται «οικειοθελώς» στις προδιαγραφές μιας πειθαρχημένης και λίγο πολύ προδιαγεγραμμένης πορείας ζωής.»
Πηγές και further reading.
Ο μύθος του επικίνδυνου Ψυχασθενή – Φωτεινή Τσαλίκογλου. Εκδόσεις Παπαζήση.
Σχιζοφρένεια και φόνος – Φωτεινή Τσαλίκογλου. Εκδόσεις Λιβάνη
ΥΓ. Τα βιβλία αυτά χρησιμοποιήθηκαν ως έναυσμα για το συγκεκριμένο κείμενο,το οποίο αντανακλά τα δικά μου συμπεράσματα, καθώς τις απόψεις της κ.Τσαλίκογλου μπορεί να τις παραθέσει μόνο η ίδια. Τα κομμάτια που χρησιμοποίησα αυτούσια θεωρώ οτι περιγράφουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα δεδομένα στα οποία αναφέρονται. Για να μην παρεξηγούμαστε αυτά και για να μη μας ξεχέσει και κανας Μεγάλος Αδελφός που δε τον έχω κι όρεξη.
Τετάρτη 14 Ιουλίου 2010
Ένα αντίο.
κύριο όνομα των θλίψεων,
ενικού αριθμού,
μόνον ενικού αριθμού
και άκλιτη.
Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη.
Η νύχτα,
όνομα ουσιαστικό, γένους θηλυκού,
ενικός αριθμός.
Πληθυντικός αριθμός
οι νύχτες.
Οι νύχτες από δω και πέρα.