Τρίτη 3 Αυγούστου 2010

Επειδή κάποιοι φίλοι μας θυμίζουν τα παλιά.

Οι σκέψεις πετούν πάνω απ’ το κεφάλι μας ή κάνουμε εμείς τους κύκλους σαν γύπες πάνω απ’ αυτές? Τα πάντα επιστρέφουν κάνοντας τη θεία Δίκη αληθοφανή για τους ανάλαφρους. Αν αντικαθιστούσαμε τα πάντα θα δοκιμάζαμε περίπατους στα φύλλα? Οι τόσες ρόδες κάνουν τα πλακάκια να ξεπιάνονται, πάλι καλά, αλλιώς δε θα κατάφερναν χτυπήματα τα βράδια στον ύπνο μας κι εμείς θα μπορούσαμε να σηκωθούμε απ’ το κρεβάτι πιο γρήγορα εξοικονομώντας πολύτιμο χρόνο να πράξουμε. Ποιος θα μας έσωνε τότε! Η σοφία πέφτει κιτρινισμένη το φθινόπωρο, αν κάθεσαι ακίνητος την τρως στο κεφάλι, αλλά χαλάει την αισθητική οπότε κάποιος σύντροφος θα φροντίσει να την πετάξει μακριά σου. Τα σφυριά των ανθρώπων είναι παιδικά παιχνίδια, μόνο ο ήχος που κάνει η επαφή τους με το κεφάλι σου σε τρομάζει λίγο, κυρίως η ενόχληση η διαρκής καταντάει εκνευριστική, αλλά τα πλαστικά όπλα δεν έχουν αληθινές σφαίρες και μόνο τον αέρα πληγώνουν που αρνείται μετά από αυτή σου τη συμπεριφορά να επιτρέψει τις πολυπόθητες αναπνοές σου. Άραγε οι σκελετοί σκέφτονται καλύτερα τώρα που έλιωσε ο εγκέφαλος τους και προετοιμάζουν την επανάσταση τους αργά αφού επιτέλους έχουν χρόνο?

Ο Παράδεισος φλέγεται, το ξέρεις στην αρχή, αλλά πρέπει πρώτα να πεις μαμά και μπαμπά, αλλιώς θα σε πετάξουν στον Καιάδα. Μετά είναι πολύ αργά, έχεις ήδη καταλάβει ότι δε νοιάζεται και κανείς στην πραγματικότητα και πρέπει κι εσύ να ξεχάσεις όλη αυτή την ιστορία γιατί το ντουλάπι με τα φάρμακα είναι ακόμα πολύ ψηλά για σένα. Η ομιλία είναι ότι χειρότερο μπορούσε να συμβεί ποτέ στον άνθρωπο, τον έβαλε να ατροφήσει τα χέρια του και μείνανε αυτά κολλημένα προς τα πάνω. Το πνεύμα έμπηξε δεκατέσσερις πρόκες στο λαιμό του μόλις αντιλήφθηκε τη σήψη της φωτιάς, με αποτέλεσμα μονάχα να μιλά πιο περίεργα απ’ ότι πριν, αλλά λίγο καλύτερα τώρα που δε καταλαβαίνουν τη χροιά του τα γουρούνια. Άλλωστε μόνο αυτά έμειναν πια, ότι είχε φτερά πέταξε, ότι είχε πόδια έτρεξε κι ότι μπορούσε να σκάψει θάφτηκε στη γη, τα γουρούνια δεν κατάλαβαν τίποτα απασχολημένα με τις λάσπες και, μη έχοντας άλλη επιλογή, τρώνε το ένα το άλλο μπας και γλιτώσουμε. Ακόμα και το χορτάρι αυτοκτόνησε, δεν άντεχε πια όλες αυτές τις προκαταλήψεις, έμαθε από ένα πρόσκοπο ν’ ανάβει φωτιά κι έτσι χαίρεται την ομορφιά της καθώς ανεβαίνει ευτυχισμένο προς τον ουρανό. Η ελεύθερη έκφραση προκαλεί προβλήματα στη ροή του σύμπαντος και δε θ’ αντέξουμε κι άλλη έκρηξη δημιουργίας, η οικονομία δεν πάει και τόσο καλά για κάτι τέτοιο και εν τέλει ούτε εσύ ο ίδιος δε θ’ ανεχόσουν τη διαφορετικότητα. Τα δώρα δεν έχουν περιτύλιγμα, μεγαλώσαμε πια, μα δε το καταλάβαμε καλά και θλιβόμαστε απ’ τη σοβαροφάνεια αλλά τι να πεις παρά ένα ευχαριστώ και τίποτα δεν είναι τέλειο άλλωστε.

Εσύ βέβαια εξακολουθείς να κυνηγάς το γαμημένο το μονόκερο, αλλά έχεις διαβάσει πολύ και ξέρεις ότι η μεταφορά είναι ξεπερασμένη, οπότε κάθεσαι σ’ ένα βράχο να κάνεις κανα τσιγάρο να ηρεμίσεις λίγο, μα είναι βρεγμένα όλα απ’ το δικό σου ιδρώτα και δεν έχεις και καναν αναπτήρα της προκοπής να τα στεγνώσεις, οπότε ξεκινάς ξανά το μάταιο κυνήγι με λίγο βαρύτερο βήμα σαφώς και συνείδηση βαρύτερη. Η προσπάθεια είναι προσπάθεια άλλωστε και δε μπορείς να εγκαταλείψεις τώρα που βρίσκεσαι ήδη στην ερημιά, τη γνώμη θα σχηματίσουν για σένα; Ντροπή, ίσως θα μας έσωνε, τουλάχιστον δε θα είχαμε τα πόδια μας ανοιχτά, γιατί για τα στόματα μας ούτε λόγος! Μα καλά, δε βαρεθήκαμε ακόμα?

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου