Λοιπόν, διάβαζα ένα άρθρο για ένα νέο βιβλίο ενός τύπου Alain Ehrenberg που λέγεται «Η
κούραση να είσαι ο εαυτός σου». Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο, παρά μόνο το
περιληπτικό αυτό άρθρο, αλλά είναι μια ιδέα που δε μου ήρθε ως ξένη, αλλά ούτε
και ώς απόλυτα δομημένη στο κεφάλι μου. Λέει λοιπόν ο κυριούλης αυτός (Γάλλος
κοινωνιολόγος) οτι η κατάθλιψη δεν έχει να κάνει με
βιολογικο-ψυχολογικο-οικογενειακο-συνειδησιακές μεταλλάξεις ανα τους αιώνες,
αλλά με την εικόνα που η κοινωνία απαιτεί σε κάθε εποχή απο το άτομο. Οι
προηγούμενες γενιές δρούσαν μέσα σε μια ξεκάθαρη και εμφανή καταπίεση (μη
παρεξηγηθώ, η καταπίεση δεν έχει αλλάξει, απλώς έχει πάρει μια πιο «υπόγεια»
μορφή). Οι γυναίκες παντρέυονταν μικρές απο προξενειά, συνήθως αναγκάζονταν να
υποστηρίξουν όλη τους τη ζωή την οικογενειακή αυτή εστία που δεν επέλεξαν, οι
εργάτες περιορίζονταν σε ελάχιστα δικαιώματα και μηδαμινή κινητικότητα, οι
μεταπηδήσεις απο τη μια στην άλλη κοινωνική τάξη ήταν σχεδόν αδύνατες και
γενικότερα η έννοια της «ελεύθερης επιλογής» (μη πω γενικά της «επιλογής») ήταν
κάτι που μπορεί ακόμη και να φόβιζε τους ανθρώπους αυτών των εποχών. Η λέξη
κλειδί ήταν η απαγόρευση. Κοινωνική, ταξική, οικογενειακή, απαγόρευση μέσω των
κανόνων συμπεριφοράς, μέσω της ένδυσης, των καλών τρόπων, της σεξουαλικής
καταπίεσης και η λίστα συνεχίζεται στο άπειρο. Αυτές οι απαγορεύσεις, σύμφωνα
με τη ψυχαναλυτική θεωρία και σύμφωνα με τον κο Ehrenberg, οδηγούσαν στη νεύρωση, μια
κλινική οντότητα που μεσουρανούσε σε εκείνες τις εποχές.
Και ερχόμαστε στην επονομαζόμενη «Δημοκρατία». Ο άνθρωπος
απελευθερώθηκε, να ζήσει ο άνθρωπος! Οι θεωρητικές δυνατότητες είναι
απεριόριστες, ο καθείς μπορεί να επιλέξει «ελεύθερα» και συνειδητά, έχοντας όλα
τα δυνατά μέσα και προνόμια στα πόδια του. (Εντάξει, όλοι ξέρουμε πόσο γελοία
ακούγονται όλα αυτά στην πραγματικότητα, αλλά μη ξεχνάμε ότι λίγα χρόνια πριν
τη σημερινή κατάρευση αυτής της ουτοπίας, ο κόσμος όντως πίστευε και δρούσε με
αυτές τις παραδοχές και οτι λόγω της μετάβασης απο τη μία στην άλλη μορφή
κοινωνίας, ένιωθε πολύ πιο δυνατός και ελεύθερος να αυτοπραγματωθεί,
επιλέγοντας πλεόν σε κάποιο μεγαλύτερο βαθμό τον τρόπο που θα πράξει κάτι
τέτοιο). Έτσι λοιπόν, βρέθηκε ο ανθρωπάκος «ελεύθερος» να επιλέξει. Ζήσαμε σα
γενιά τα αποτελέσματα αυτών των 1ων επιλογών, τα πήραμε ως κάτι σαν
δεδομένο. Οι άνθρωποι άρχισαν να μπορούν να συζητούν «ελεύθερα», οι γυναίκες
βγήκαν απ’ τα σπίτια, παράτησαν τους άντρες-δυνάστες και πήραν μερίδιο στην
αγορά εργασίας, τα παιδιά μπορούσαν να «επιλέξουν» καρίερα και τρόπο ζωής. «Το
υποκείμενο δε δεσμεύεται απο αυστηρά προκαθορισμένα πρότυπα, ούτε ρυθμίζεται
απο μιαν εξωτερική τάξη, αλλά μπορεί να αλλάζει, να δρα μόνο του και να
στηρίζεται στις δικές του επιλογές και αποφάσεις.». Και τότε ήταν που τα
πράγματα άρχισαν να πηγαίνουν κατά διαόλου με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο
απ’ οτι πριν. Ο ανθρωπάκος ψήθηκε οτι μπορεί πραγματικά να κάνει ΟΤΙΔΗΠΟΤΕ
θελήσει, να είναι ΟΠΟΙΟΣ θέλει να είναι, να κυνηγήσει το προσωπικό του,
μοναδικό όνειρο. Περιττό να πω οτι κάτι τέτοιο δεν ήταν στην πραγματικότητα
κοινωνικά επιτρεπτό, κατί το οποίο οδήγησε το φαινομενικά «ελεύθερο» υποκείμενο
σε μια σειρά ματαιώσεων οι οποίες πλέον δεν οφείλονταν στην κοινωνία και τις
απαγορεύσεις της, αλλά στην προσωπική ανικανότητα του να επιτύχει αυτό που
επιδίωκε. Έτσι, η κλινική οντότητα της νεύρωσης άρχισε να χάνει έδαφος απο αυτή
της κατάθλιψης. Το άτομο, βέβαιο οτι το μόνο που το χωρίζει από τον ιδεατό του
εαυτό είναι οι δυνατότητες και οι επιλογές του, αμφισβήτησε τις δυνάμεις και
την προσωπικότητα του, αδυνατώντας να δει τις κοινωνικές παγίδες της
υποτιθέμενης ισότιμης δημοκρατίας. Και φυσικά, όταν η αποτυχία αποδίδεται στην
«αναξιότητα» σου, οδηγείσαι μαθηματικά σε κάποια μορφή κατάθλιψης. Ο άνθρωπος
του 21ου αιώνα είναι καταθλιπτικός γιατί νομίζει οτι είναι
ελεύθερος. Και το κόστος αυτού που μας διδάχτηκε ως ελεύθερη επιλογή είναι το
να μην καταφέρνουμε ποτέ να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες που μας ώθησαν να
έχουμε απο τους εαυτούς μας. (Σημειωτέον, δεν είναι καθόλου τυχαία η παγωμάρα
του μέσου Έλληνα μπροστά στις σημερινές πολιτικές, η οποία στηρίζεται σε
εκφράσεις όπως «Εμείς τους επιλέξαμε», «Κανείς μας δεν κάνει τίποτα, έτσι
είμαστε όλοι υπαίτιοι για το τι μας συμβαίνει» κλπ κλπ κλπ που τελικά
δικαιολογούν την παθητική(/καταθλιπτική) στάση της αυτοκατηγόριας σε σχέση με
το πολιτικό σύστημα το οποίο ποτέ δεν είχαμε καμμία δύναμη να επιλέξουμε πραγματικά).
Τέλος πάντων, (επειδή αν συνεχίσω θ’αρχίσει να μοιάζει αυτό
με μανιφέστο) όλα τούτα μου έρχονται σαν απολύτως λογικά, αν και δε μπορώ να
προβλέψω ποια θα είναι η κλινική οντότητα που θα διαδεχτεί με τη σειρά της την
κατάθλιψη. Η ιστορία θα κάνει έναν ακόμα κύκλο και θα οδηγηθούμε πίσω στη
φανερότερη καταπίεση ή θα καταφέρουμε να πάμε ακόμα πιο υπόγεια και να
αυτοπεριοριστούμε ακόμη περισσότερο μέσα σε μια «ελευθερία απεριόριστων
δυνατοτήτων»? It remains to be
seen.
Μέχρι τότε ας σηκώσουμε λιγουλάκι το κεφάλι να δούμε έστω τη
σχάρα της παγίδας στην οποία όλοι έχουμε πέσει. Και έπειτα βλέπουμε αν μπορούμε
να παίξουμε λίγο καλύτερα με οτιδήποτε σαδιστικά ονομάζεται ελευθερία στις
μέρες μας.-
(ε,πολυ σοβαρότης έπεσε, μου ρθε και μια μαλακία. Οι φεμινίστριες
έκαιγαν σουτιέν, εμείς θα καίμε ψυχοφάρμακα. Να δούμε τι θα βγάζει καλύτερα
ντουμάνια).
(Πηγή: Η Εφημερίδα των Συντακτών, 3-4-5 Ιανουαρίου. Ένθετο
«Ανοιχτό Βιβλίο», «Η κατάθλιψη ως παθολογία της ελευθερίας» του Θανάση
Γιαλκέτση)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου